Σήμερα που ο καπιταλισμός έχει μπει στη πιο βαθιά κρίση, έχει μεγάλη πολιτική σημασία να θυμηθούμε αυτή τη μάχη του Σιάτλ και τη πορεία του κινήματος που γέννησε. Σ
Στις 30 Νοέμβρη 1999 μαζικές διαδηλώσεις, που εμφανίστηκαν σαν κεραυνός εν αιθρία, παρέλυσαν τη σύνοδο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Σιάτλ. Μέλη συνδικάτων, αγωνιστές ενάντια στη περιβαλλοντική καταστροφή, ενάντια στο χρέος του Τρίτου Κόσμου, ενώθηκαν για να καταγγείλουν τις καταστροφικές συνέπειες του «ελεύθερου» εμπορίου. Η σύνοδος κατέρρευσε, εξαιτίας τόσο των εσωτερικών διαφωνιών όσο και των διαδηλώσεων. Ήταν η ληξιαρχική πράξη γέννησης αυτού που έμεινε γνωστό ως αντιπαγκοσμιοποιητικό ή αντικαπιταλιστικό κίνημα.
Στην πραγματικότητα το Σιάτλ δεν ήτανε κεραυνός εν αιθρία. Η κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων το 1989 είχε διευκολύνει την επιβολή της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον», δηλαδή των νεοφιλελεύθερων πολιτικών σε όλο τον κόσμο. Όμως, αυτές οι πολιτικές συνάντησαν αντίσταση. Τα πιο σημαντικά της ορόσημα ήταν η εξέγερση των Ζαπατίστας στη Τσιάπας του Μεξικού στις αρχές του 1994 και η απεργία διαρκείας των εργαζόμενων στο δημόσιο τομέα της Γαλλίας τον Δεκέμβρη του 1995.
Παράλληλα η κριτική που ασκούσαν μια σειρά διανοούμενοι στη νεοφιλελεύθερη εκδοχή του καπιταλισμού άρχισε να βρίσκει ανταπόκριση από μαζικά ακροατήρια. Το έτος 2000 δημοσιεύτηκαν δυο βιβλία που εκφράζανε αυτή τη στροφή: το «No Logo» της Ναόμι Κλάϊν και η «Αυτοκρατορία» των Τ. Νέγκρι και Μ. Χαρντ. Το γαλλικό περιοδικό Le Monde Diplomatique, κι οι εκδόσεις σε άλλες γλώσσες, έγινε ένα βασικό βήμα αυτής της κριτικής.
Το Σιάτλ έπαιξε ένα αποφασιστικό ρόλο στο να μετατρέψει σε κίνημα διαφορετικές καμπάνιες και κριτικές, για δυο λόγους. Πρώτον, και μόνο το γεγονός ότι μια τέτοια κινητοποίηση έγινε και πέτυχε, αποτέλεσε ένα αντίβαρο στην απαισιοδοξία που είχε επικρατήσει στην αριστερά διεθνώς μετά το 1989. Δεύτερον, ήταν μια «στιγμή» πολιτικής γενίκευσης: στο Σιάτλ συναντήθηκαν οι πιο διαφορετικές καμπάνιες και οργανώσεις και αυτό που προέκυπτε ήταν η αίσθηση ότι ο εχθρός είναι ένα ενιαίο σύστημα, όχι κάποιες ασύνδετες μεταξύ τους πολιτικές.
Μετά το Σιάτλ το κίνημα συνέχισε να αναπτύσσεται ορμητικά, με κινητοποιήσεις που στρέφονταν ενάντια σε μια σειρά διεθνείς συναντήσεις των «από πάνω». Το αποκορύφωμα ήταν οι διαδηλώσεις ενάντια στη σύνοδο των G8 στη Γένοβα, τον Ιούλη του 2001. Όταν η αστυνομία του Μπερλουσκόνι δολοφόνησε τον Κάρλο Τζουλιάνι, περισσότεροι από 300.000 διαδηλωτές πλημμύρισαν την πόλη.
Οι επιθέσεις της 11 Σεπτέμβρη 2001 στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον έσπασαν το κύκλο των κινητοποιήσεων στις ΗΠΑ. Το κίνημα εκεί δεν συνήλθε ποτέ από αυτό το πλήγμα.
Στην Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική ωστόσο, το κίνημα συνέχισε να μεγαλώνει. Το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, από το 2001 μέχρι το 2003 στο Πόρτο Αλέγκρε, έπαιξε το ρόλο ενός γιγάντιου αντικαπιταλιστικού πανεπιστήμιου και κοινοβουλίου.
Το φθινόπωρο του 2001 πολλά από τα αντικαπιταλιστικά δίκτυα που είχαν πρωταγωνιστήσει στη Γένοβα, πρωτοστάτησαν και στο ξεκίνημα του αντιπολεμικού κινήματος. Το Stop the War Coalition στη Βρετανία ήταν ένα νέο κίνημα, διαποτισμένο με το ριζοσπαστικό πνεύμα του αντικαπιταλιστικού κινήματος.
Τον Νοέμβρη του 2002 το πρώτο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ ήταν η αποθέωση αυτού του πνεύματος. Το 1ο ΕΚΦ ολοκληρώθηκε με μια αντιπολεμική πορεία 1.000.000 διαδηλωτών και με την έκκληση για μια διεθνή μέρα δράσης ενάντια στον επερχόμενο πόλεμο στο Ιράκ στις 15 Φλεβάρη 2003. Το ΠΚΦ υιοθέτησε αυτό το κάλεσμα τον Γενάρη.
Οι διαδηλώσεις της 15 Φλεβάρη και το κύμα των αντιπολεμικών διαδηλώσεων που συνεχίστηκαν μέχρι τον Μάρτη του 2003, αποτέλεσαν ένα ορόσημο στην ιστορία των μαζικών κινημάτων. Σύμφωνα με μια ακαδημαϊκή μελέτη, 35,5 εκατομμύρια άνθρωποι συμμετείχαν σε 2.978 διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο στο Ιράκ ανάμεσα στις 3 Γενάρη και τις 12 Απρίλη 2003. Όμως, η 15 Φλεβάρη ήταν και το αποκορύφωμα του αντικαπιταλιστικού κινήματος. Η ριζοσπαστική δυναμική των κινητοποιήσεων συνεχίστηκε για ένα διάστημα. Το ΠΚΦ στη Μουμπάι της Ινδίας ήταν μια γιγάντια γιορτή αντιιμπεριαλισμού.
Το Attac, η οργάνωση που πάλευε ενάντια στη χρηματιστική κερδοσκοπία, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη συμμαχία που κέρδισε την πλειοψηφία στο «Όχι» στο δημοψήφισμα για το Ευρωσύνταγμα που έγινε τον Ιούνη του 2005. Όμως, μετά από αυτή τη σημαντική νίκη το κίνημα άρχισε να υποχωρεί εμφανώς –για παράδειγμα στη Γαλλία το Attac υπέστη μια πολύ επιζήμια διάσπαση.
Η αιτία της κρίσης ήταν καθαρά πολιτική. Τα πολλά ονόματα του κινήματος –αντικαπιταλιστικό, αντιπαγκοσμιοποιητικό κλπ- εκφράζανε μια αβεβαιότητα για τον ίδιο το χαρακτήρα του. Ηταν ένα κίνημα ενάντια στο σύστημα, αλλά ποιο ήταν το σύστημα; Ο καπιταλισμός ή απλά η νεοφιλελεύθερη εκδοχή του;
Για παράδειγμα η λογική της καμπάνιας του Attac για την επιβολή του φόρου Τόμπιν στις διεθνείς χρηματικές συναλλαγές, ήταν η επιστροφή σε μια πιο «ρυθμισμένη» μορφή του καπιταλισμού από το κράτος. Σήμερα, την επιβολή αυτού του φόρου υποτίθεται ότι την υποστηρίζουν άνθρωποι σαν τον Γκόρντον Μπράουν ή τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι.
Συνεπώς, στο κίνημα εμφανίστηκαν διαφορετικές πολιτικές πτέρυγες, πιο ρεφορμιστικές όπως το Attac, μια άλλη ήταν της αυτονομίας που διακήρυττε ότι ο καλύτερος τρόπος να παλέψουμε τον καπιταλισμό είναι η δημιουργία «ελεύθερων χώρων» χωρίς να χρειάζεται η συνολική ανατροπή του συστήματος, και μια άλλη πτέρυγα την συγκροτούσε μια μειοψηφία επαναστατών σοσιαλιστών, με ευρύτερη επιρροή όμως στο κίνημα.
Η επιμονή του ΠΚΦ στον τυπικό αποκλεισμό των κομμάτων από τις δομές του έκανε ακόμα δυσκολότερη την συζήτηση γι’ αυτές τις διαφορές. Αυτή η πρακτική ήταν εξαρχής υποκριτική –το Εργατικό Κόμμα του Λούλα, που από το 2002 είναι στην κυβέρνηση της Βραζιλίας, έπαιζε πάντοτε αποφασιστικό ρόλο στο ΠΚΦ.
Το πόσο το κίνημα είχε σχέση με τα κόμματα το απέδειξε αρνητικά η εμπειρία της Ιταλίας ανάμεσα στο 2004 και το 2006, της χώρας δηλαδή όπου η ριζοσπαστικοποίηση είχε φτάσει στο υψηλότερο σημείο.
Η Κομμουνιστική Επανίδρυση, που είχε κυριαρχήσει πολιτικά στο ΕΚΦ της Φλωρεντίας, πήρε μια έντονη στροφή προς τα δεξιά και τελικά μπήκε στη κεντροδεξιά κυβέρνηση που έστειλε στρατό στο Αφγανιστάν. Αυτή η επιλογή πισωγύρισε προσωρινά το αντιπολεμικό κίνημα στην Ιταλία και είχε αρνητικές επιπτώσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Το ΕΚΦ εκφυλίστηκε σε ένα γραφειοκρατικό εφιάλτη. Το ΠΚΦ διατηρεί κάποια από τη ζωντάνια του, ανάλογα με το που συνεδριάζει. Το τελευταίο, στο Μπελέμ της Βραζιλίας τον Γενάρη, αντανακλούσε τη συνεχιζόμενη διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης στη Λατινική Αμερική.
Ωστόσο το κίνημα, ως παγκόσμια δύναμη, είναι πια μια σκιά αυτού που ήταν πέντε χρόνια πριν. Είναι μια πικρή ειρωνεία, να συμβαίνει κάτι τέτοιο τη στιγμή που ο καπιταλισμός έχει βυθιστεί στη χειρότερη κρίση του από τη δεκαετία του ’30.
Όμως, αυτό το κίνημα έχει αφήσει μια πολύτιμη και μεγάλη κληρονομιά στη συνεχιζόμενη ριζοσπαστικοποίηση ενάντια στον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο. Το Σιάτλ, η Γένοβα και η Μουμπάι, εξακολουθούν να στέλνουν το μήνυμα ότι μπορούμε να παλέψουμε το σύστημα παγκόσμια. Αυτό το αντικαπιταλιστικό πνεύμα θα ζήσει σε νέους αγώνες που είναι μπροστά μας.
Αμπερ Πάτισον, ταξίδεψε 1.200 χιλιόμετρα για να διαδηλώσει στο Σιάτλ: «Ηρθα εδώ για να διαμαρτυρηθώ ενάντια στη θανάτωση των χελωνών. Γυρίζω πίσω στο τόπο μου, αποφασισμένη να παλέψω για να φέρω όλο τον κόσμο τα κάτω - πάνω».
Ρόκι Κάλντγουελ: «Ηρθαμε εδώ για να απαιτήσουμε να ακούγονται οι απλοί άνθρωποι όχι οι μεγάλες επιχειρήσεις. Δουλεύω στο εργοστάσιο της Μπόινγκ στο Σιάτλ. Είναι ένα τεράστιο εργοστάσιο, με 80.000 εργάτες. Δεν εμπιστεύομαι όσους μας φέρονται άσχημα στο εργοστάσιο, να ορίζουν τη μοίρα του πλανήτη. Αν θέλουμε ένα καθαρό περιβάλλον, ένα μέλλον για όλα τα ανθρώπινα όντα στον πλανήτη, τότε είναι καιρός να πάρουμε τις ζωές μας στα δικά μας χέρια. Σήμερα κάναμε μια μεγάλη αρχή».
Νταγκ Σάμπιν: «Παλιότερα έλεγα ότι αυτά τα παιδιά που μιλάνε για το περιβάλλον είναι ψώνια. Τώρα πιστεύω ότι είναι κομμάτι ενός μεγάλου ‘εμείς’ του ‘εμείς’ που πρόκειται να αλλάξει τον κόσμο. Κάθε φορά που ανοίγω την τηλεόραση και βλέπω που πηγαίνει η κατάσταση, τόσο τρομάζω. Ολες αυτές οι κυβερνήσεις, οι εταιρείες, οι διεθνείς οργανισμοί –που δεν είναι υπόλογοι σε κανένα, αγνοούν τις ανάγκες των ανθρώπων. Είναι καιρός να παλέψουμε».
Σίρλεη Μόρισον: «Είμαι στην ομάδα Θυμωμένες Γιαγιάδες του Σιάτλ. Θέλουμε ένα καλύτερο κόσμο για τα παιδιά και τα εγγόνια μας –και για μας. Πρέπει να μάθουμε από το παρελθόν. Τον αγώνα πάντα τον συκοφαντούσαν, πάντα τον περιφρονούσαν, αλλά είναι ο μόνος τρόπος για να έρθει η πρόοδος. Επιτέλους, σήμερα αγωνιστές των συνδικάτων και νέοι άνθρωποι διαδηλώνουν μαζί».

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου